Ελληνικά » Γερμανικά

διαβούλευσ|η <-εις> [ðiaˈvulɛfsi] SUBST θηλ

διαβούλευση
Beratung θηλ
διαβούλευση
Konsultation θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский