Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γογγύζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γογγύ|ζω <-ξα> [ɣɔɲˈɟizo] VERB αμετάβ

γογγύζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский