Ελληνικά » Γερμανικά

βυζαντιν|ός <-ή, -ό> [vizandiˈnɔs] ΕΠΊΘ

Βυζαντιν|ός (-ή) [vizandiˈnɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Byzantiner(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский