Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βρουκέλλωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βρουκέλλωσ|η <-εις> [vruˈcɛlɔsi] SUBST θηλ

βρουκέλλωση
Bruzellose θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский