Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: βουδιστής , βουδιστικός , παρουσιάστρια και βουδισμός

βουδιστής (βουδίστρια) [vuðisˈtis, vuˈðistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

βουδιστής (βουδίστρια)
Buddhist(in) αρσ (θηλ)

βουδιστικ|ός <-ή, -ό> [vuðistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

παρουσιάστρια [parusiˈastria] SUBST θηλ TV

βουδισμός [vuðizˈmɔs] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский