Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βομβύκιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βομβύκιο [vɔɱˈviciɔ] SUBST ουδ

βομβύκιο
Kokon αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский