Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αχλεύαστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αχλεύαστ|ος <-η, -ο> [aˈxlɛvastɔs] ΕΠΊΘ (που δε χλευάστηκε)

αχλεύαστος
έμεινε αχλεύαστος

Παραδειγματικές φράσεις με αχλεύαστος

έμεινε αχλεύαστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский