Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφύπνιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφύπνισ|η <-εις> [aˈfipnisi] SUBST θηλ και μτφ

αφύπνιση
Erwachen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский