Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασφυξιογόνο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασφυξιογόνο (αέριο) [asfiksiɔˈɣɔnɔ (aˈɛriɔ)] SUBST ουδ

ασφυξιογόνο (αέριο)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский