Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασηψία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασηψία [asiˈpsia] SUBST θηλ ΙΑΤΡ

ασηψία
Asepsis θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский