Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρμοστία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρμοστία [armɔsˈtia] SUBST θηλ

1. αρμοστία (αξίωμα):

αρμοστία

2. αρμοστία (περιοχή):

αρμοστία
Provinz θηλ

3. αρμοστία (κτήριο):

αρμοστία
Residenz θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский