Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αρκουδίζω , αρκουδάκι και αρκουδίσιος

αρκουδάκι [arkuˈðaci] SUBST ουδ

1. αρκουδάκι (μικρό αρκούδας):

Bärenjunges ουδ

2. αρκουδάκι (παιχνίδι):

Teddybär αρσ

αρκουδί|ζω <-σα> [arkuˈðizɔ] VERB αμετάβ (μικρό παιδί)

αρκουδίσι|ος <-α, -ο> [arkuˈðisçɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский