Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόρριψη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόρριψ|η <-εις> [aˈpɔripsi] SUBST θηλ

1. απόρριψη (από φορτηγό):

απόρριψη
Abladen ουδ

2. απόρριψη (αίτησης, προσφοράς, πρόσκλησης, πρότασης):

απόρριψη
Ablehnung θηλ

3. απόρριψη ΝΟΜ:

απόρριψη
Abweisung θηλ

4. απόρριψη (μοσχεύματος):

απόρριψη
Abstoßung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με απόρριψη

απόρριψη θηλ ενός μοσχεύματος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский