Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αποσυμφόρηση , αποστέρηση και συμφόρηση

αποσυμφόρησ|η <-εις> [apɔsiɱˈfɔrisi] SUBST θηλ

συμφόρησ|η <-εις> [siɱˈfɔrisi] SUBST θηλ

2. συμφόρηση ΙΑΤΡ:

Blutstau αρσ
Blutandrang αρσ

αποστέρησ|η <-εις> [apɔˈstɛrisi] SUBST θηλ (δικαιώματος)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский