Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποκορύφωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποκορύφωσ|η <-εις> [apɔkɔˈrifɔsi] SUBST θηλ

1. αποκορύφωση (αποκορύφωμα):

αποκορύφωση
Höhepunkt αρσ

2. αποκορύφωση (ύψωση στο ανώτατο σημείο):

αποκορύφωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский