Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποκέντρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποκέντρωσ|η <-εις> [apɔˈcɛndrɔsi] SUBST θηλ

αποκέντρωση
διοικητική αποκέντρωση

Παραδειγματικές φράσεις με αποκέντρωση

διοικητική αποκέντρωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский