Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποζητώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποζητ|ώ <-άς, -ησα> [apɔziˈtɔ] VERB μεταβ

αποζητώ κάποιον

Παραδειγματικές φράσεις με αποζητώ

αποζητώ κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский