Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απηχώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απηχ|ώ <-είς, -ησα> [apiˈxɔ] VERB μεταβ

1. απηχώ (αντιλαλώ):

απηχώ

2. απηχώ (εκφράζω τις απόψεις άλλου):

απηχώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский