Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντιπολιτεύομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντιπολιτ|εύομαι <-εύτηκα> [andipɔliˈtɛvɔmɛ] VERB αποθ ρήμα μεταβ

αντιπολιτεύομαι κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский