Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεξίτηλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεξίτηλ|ος <-η, -ο> [anɛˈksitilɔs] ΕΠΊΘ

1. ανεξίτηλος (εντυπώσεις, αναμνήσεις):

ανεξίτηλος

2. ανεξίτηλος (χρώματα):

ανεξίτηλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский