αναχώρησ|η <-εις> [anaˈxɔrisi] SUBST θηλ
3. αναχώρηση (αεροπλάνου):
-
Abflug αρσ
-
αίθουσα θηλ αναχωρήσεων
-
Abflugwartehalle θηλ
-
ημέρα θηλ αναχώρησης
-
Abflugtag αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.