Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ανατολιστής , ανατοκισμός , ανατολικός , ανατολίτης και ανατολικά

ανατολιστής (ανατολίστρια) [anatɔlisˈtis] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ανατολιστής (ανατολίστρια)
Orientalist(in) αρσ (θηλ)

ανατολίτης (ανατολίτισσα) [anatɔˈlitis, anatɔˈlitisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ανατολικ|ός <-ή, -ό> [anatɔliˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ανατολικός (στην ανατολή):

östlich, Ost-
Ostseite θηλ

2. ανατολικός (της Ανατολής):

ανατοκισμός [anatɔcizˈmɔs] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский