Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναλογικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναλογικ|ός <-ή, -ό> [analɔjiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. αναλογικός (σε σχέση):

αναλογικός

2. αναλογικός ΤΕΧΝΟΛ:

αναλογικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский