Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανακόλουθος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανακόλουθ|ος <-η, -ο> [anaˈkɔluθɔs] ΕΠΊΘ

1. ανακόλουθος (χωρίς λογική ακολουθία):

ανακόλουθος

2. ανακόλουθος (για πράξεις: ασυνεπής):

ανακόλουθος

3. ανακόλουθος (αντιφατικός):

ανακόλουθος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский