Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναδόμηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναδόμησ|η <-εις> [anaˈðɔmisi] SUBST θηλ

1. αναδόμηση (ανασχηματισμός):

αναδόμηση

2. αναδόμηση (κυβέρνησης):

αναδόμηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский