Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναδίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναδ|ίνω <-ωσα, -όθηκα, -ο(σ)μένος> [anaˈðinɔ] VERB μεταβ (μυρουδιά, καπνό)

αναδίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский