Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανίκητος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανίκητ|ος <-η, -ο> [aˈnicitɔs] ΕΠΊΘ

1. ανίκητος (που δε νικήθηκε):

ανίκητος

2. ανίκητος (που δε νικιέται):

ανίκητος

3. ανίκητος μτφ (εμπόδια):

ανίκητος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский