Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έλατο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έλατο [ˈɛlatɔ] SUBST ουδ

1. έλατο:

έλατο
Tanne θηλ

2. έλατο (χριστουγεννιάτικο):

έλατο
Tannenbaum αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский