Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Stickstoff , Wirkstoff , Werkstoff και stickstoffhaltig

Stickstoff <-(e)s> SUBST αρσ ενικ ΧΗΜ

Werkstoff <-(e)s, -e> SUBST αρσ

Wirkstoff <-(e)s, -e> SUBST αρσ ΙΑΤΡ

stickstoffhaltig ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский