Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „rausdrängen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

I . raus|drängen VERB αμετάβ +sein

rausdrängen

II . raus|drängen VERB μεταβ

rausdrängen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "rausdrängen" σε άλλες γλώσσες

"rausdrängen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский