Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Lupine , lupfen και lupenrein

Lupine <-, -n> [luˈpiːnə] SUBST θηλ

lupfen [ˈlʊpfən] VERB μεταβ CH A ιδιωμ, lüpfen [ˈlypfən] VERB μεταβ

lupenrein ΕΠΊΘ

1. lupenrein (Diamant):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский