Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: kahl και Chauvi

kahl [kaːl] ΕΠΊΘ

2. kahl (haarlos):

3. kahl (Baum, Berg, Raum):

Chauvi <-s, -s> [ˈʃoːvi] SUBST αρσ οικ

Chauvi Abk von συντομογραφία: Chauvinist

Βλέπε και: Chauvinist , Chauvinist

Chauvinist2(in) <-en, -en> SUBST αρσ(θηλ) (Nationalist)

Chauvinist1 <-en, -en> SUBST αρσ (Sexist)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский