Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Leasing και eincremen

Leasing <-s, -s> [ˈliːzɪŋ] SUBST ουδ ΧΡΗΜΑΤΟΠ

ein|cremen [ˈaɪnkreːmən] VERB μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский