Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „discretionary“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Diskretion και Indiskretion

Diskretion <-> [dɪskreˈtsjoːn] SUBST θηλ ενικ

1. Diskretion (Takt):

2. Diskretion (Verschwiegenheit):

Indiskretion <-, -en> [ˈ----, ---ˈ-] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский