Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bronzen , Bronze και brodeln

brodeln [ˈbroːdəln] VERB αμετάβ

1. brodeln (Lava, Suppe):

es brodelt μτφ (Stimmung)

2. brodeln A s. trödeln

Βλέπε και: trödeln

trödeln [ˈtrøːdəln] VERB αμετάβ (Zeit verschwenden)

Bronze <-, -n> [ˈbrɔ͂ːsə] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский