Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: arteriell και Zertifikat

Zertifikat <-s, -e> [tsɛrtifiˈkaːt] SUBST ουδ

1. Zertifikat (Bescheinigung):

2. Zertifikat (Diplom):

πτυχίο ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский