Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: adaptiv , adoptieren και Adoption

Adoption <-, -en> [adɔpˈtsjoːn] SUBST θηλ

2. Adoption μτφ:

adoptieren [adɔpˈtiːrən] VERB μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский