Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „a. D.“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

a. D.

a. D. Abk von συντομογραφία: außer Dienst

a. D.

D/A

D/A ΟΙΚΟΝ Abk von συντομογραφία: Dokumente gegen Akzept

D/A

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский