Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Zeugenbeeinflussung“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Zeugenbeeinflussung <-, -en> SUBST θηλ ΝΟΜ

Zeugenbeeinflussung

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Ihm wurden u. a. Falschaussage, Zeugenbeeinflussung und Behinderung von Ermittlungen vorgeworfen.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Zeugenbeeinflussung" σε άλλες γλώσσες

"Zeugenbeeinflussung" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский