Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Ginster , einstig , finster και einst

einst [ˈaɪnst] ΕΠΊΡΡ

1. einst (früher):

2. einst (in Zukunft):

finster [ˈfɪnstɐ] ΕΠΊΘ

2. finster (anrüchig):

3. finster (mürrisch):

Ginster <-s, -> [ˈgɪnstɐ] SUBST αρσ ΒΟΤ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский