Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Sukkurs“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Sukkurs <-es> [zʊˈkʊrs] SUBST αρσ

Sukkurs ενικ CH s. Unterstützung

Βλέπε και: Unterstützung

Unterstützung <-, -en> [--ˈ--] SUBST θηλ

1. Unterstützung (Hilfe):

2. Unterstützung (Zuschuss):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Sukkurs" σε άλλες γλώσσες

"Sukkurs" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский