Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Lohnindexierung“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Lohnindexierung <-> [-ɪndɛˈksiːrʊŋ] SUBST θηλ ενικ ΟΙΚΟΝ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Die Reallohnsicherung erfolgte durch Lohnindexierung.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Lohnindexierung" σε άλλες γλώσσες

"Lohnindexierung" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский