Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Laufzeitenverlängerung“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Laufzeitenverlängerung <-, -en> SUBST θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Laufzeitenverlängerung (bei Anleihe)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Laufzeitenverlängerung" σε άλλες γλώσσες

"Laufzeitenverlängerung" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский