Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „zusammenreißen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

zusammen|reißen ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα ανώμ οικ

sich zusammenreißen
tâche de faire un effort ! οικ

Παραδειγματικές φράσεις με zusammenreißen

sich zusammenreißen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Doch er kann sich zusammenreißen und verlässt unbemerkt die Wohnung.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"zusammenreißen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina