Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „weiterwollend“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

weiter|wollen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ οικ

1. weiterwollen (weitergehen wollen):

2. weiterwollen (mehr erreichen wollen):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina