Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: privilegiert , Privileg και privilegieren

privilegiert ΕΠΊΘ τυπικ

Privileg <-[e]s, -ien> [priviˈleːk, Plː priviˈleːgiən] ΟΥΣ ουδ τυπικ

privilegieren* ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina