Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: motorisch , motorisiert και motorisieren

motorisch [moˈtoːrɪʃ] ΕΠΊΘ

moteur(-trice)

motorisiert ΕΠΊΘ

II . motorisieren* ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina