Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Kollektivschuld , kollektivieren , kollektiv και Kollektivwirtschaft

Kollektivschuld ΟΥΣ θηλ

I . kollektiv [kɔlɛkˈtiːf] τυπικ ΕΠΊΘ

II . kollektiv [kɔlɛkˈtiːf] τυπικ ΕΠΊΡΡ

kollektivieren* [-ˈviː-] ΡΉΜΑ μεταβ ΙΣΤΟΡΊΑ

Kollektivwirtschaft ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina