Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „anpinkeln“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

an|pinkeln ΡΉΜΑ μεταβ οικ

anpinkeln (Person)
pisser sur οικ
anpinkeln (Baum, Wand)
pisser contre οικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der von ihnen engagierte Killer entpuppt sich jedoch als jemand, der fremde Männer für Geld anpinkelt.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "anpinkeln" σε άλλες γλώσσες

"anpinkeln" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina