Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „Inzahlungnahme“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

Inzahlungnahme <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΕΜΠΌΡ

Inzahlungnahme
reprise θηλ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der beworbene Preis darf nicht am Ende der Werbung unter Vorbehalte, wie die Inzahlungnahme eines alten Fahrzeuges, gestellt werden.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

"Inzahlungnahme" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina